Χρησιμοποιούμε cookies για να κάνουμε ακόμα καλύτερη την εμπειρία σας στο site μας και για να διασφαλιστεί η αποτελεσματική λειτουργία της ιστοσελίδα μας. Επιλέγοντας «Αποδοχή» παρέχετε τη συγκατάθεση σας για τη χρήση των cookies, σύμφωνα με την πολιτική μας.
Στο ηλεκτρονικό μας κατάστημα θα βρείτε πλούσια συλλογή σύγχρονης ελληνικής λογοτεχνίας. Ανακαλύψτε όλα τα σύγχρονα ελληνικά μυθιστορήματα και τα συγγραφικά διαμάντια της ελληνικής λογοτεχνίας που πρέπει να διαβάσετε. Εξερευνήστε τον κόσμο των χαρακτήρων, των συναισθημάτων και των απροσδόκητων συναντήσεων μέσα από τα εκπληκτικά μυθιστορήματα. Αναζητήστε τα καλύτερα ελληνικά μυθιστορήματα αγάπης, ταξιδέψτε με την ταξιδιωτική λογοτεχνία και ανατριχιάστε με τη συναρπαστική λογοτεχνία φαντασίας-τρόμου.
Στην αρχή, ο Κάρολος πηγαίνει στην τρίτη δημοτικού, η Λίλη στην πρώτη· ο μπαμπάς τους δουλεύει στη σωληνουργία· είναι ο καλύτερος μπαμπάς που μπορεί να έχει κανείς· δεν παραπονιέται ποτέ για τα βάσανά του. Βάσανα έχει· βλέπει όμως πάντα την ηλιόλουστη πλευρά του δρόμου. Η μαμά τους είναι όμορφη (παρά το στραβό εκείνο δόντι), αλλά πίνει πολύ· ουίσκι, καμιά φορά τζιν· ακόμα, κάνει βόλτες στα μαγαζιά, μιλάει (ψιθυριστά) στο τηλέφωνο και νοσταλγεί την Αφρική, όπου ζούσε κάποτε μαζί με τον παππού και τη γιαγιά, τα σκυλιά τους και τα άλογά τους. Ο μπαμπάς αγαπάει τρελά τη μαμά, η...
Οι γονείς είναι μια ιστορία χωρίς αρχή, έχουν μια ζωή πριν από εμάς και όταν φεύγουν γίνονται μυστήριο, σχεδόν άγνωστοι. Με την απουσία τους συνειδητοποιούμε ό,τι μας έχει διαφύγει, τους πενθούμε με τις απορίες μας, με τα αναπάντητα ερωτήματά μας, με μια τρυφερότητα που μόνο με την αποχώρησή τους γίνεται τόσο απόλυτη. Σαν τον Ορφέα, θέλουμε να τους φέρουμε πίσω, αρχίζουμε μαζί τους μια κατάβαση στον Άδη και βυθιζόμαστε για καιρό ευπρόσβλητοι και εκτεθειμένοι......
Ο Μάριος από εδώ και πέρα δε λογάριαζε πια, αν κόντευαν να τον εγκαταλείψουν οι δυνάμεις του. Άρχισε να επιταχύνει τον βηματισμό του. Το βλέμμα του το είχε μονίμως καρφωμένο εκεί μακριά, στο πλεούμενο. Με αγωνία προσπαθούσε να εντοπίσει τη σιλουέτα του ευεργέτη του για να ανασάνει. Όταν λαχάνιαζε από την πολλή προσπάθεια που κατέβαλλε, κατά τη διάρκεια της πορείας του, κοντοστεκόταν και καθόταν πάνω στην άμμο ή πάνω στα βότσαλα, να ξαποστάσει. Μετά σηκωνόταν με μιας και έβρεχε το ξαναμμένο του πρόσωπο με θαλασσινό νερό για να δροσιστεί. Και ύστερα πάλι ορμούσε προς τα μπρος...
Δύο γυναίκες.
Η Ελληνίδα. Μεγάλη σε ηλικία, ανήμπορη να αυτοεξυπηρετηθεί, αμίλητη και κλεισμένη στον εαυτό της, και, το κυριότερο, με Αλτσχάιμερ. Δεν θυμάται τίποτε πια. Έχει ξεχάσει ποια ήταν, τι έζησε, ποιον και πόσο αγάπησε. Κι αν τη δονούν ακόμη κάποιες εκλάμψεις, σύντομα θα πάψουν κι αυτές…
Η Αλβανίδα. Μεσόκοπη, πληγωμένη, προδομένη, αλλά δυνατή και αισιόδοξη ταυτόχρονα, με χιούμορ, με πίστη στη ζωή, με αγάπη για όλο τον κόσμο και κυρίως γι’ αυτήν εδώ τη γυναίκα που τη φροντίζει και της βουρτσίζει κάθε μέρα τα μαλλιά. Και ομιλητική: δεν σταματά να μιλά, και να ...
"Οι κουρέλες είναι τα ταξίδια που δεν κάναμε, τα πρόσωπα και τα όνειρα που ξέφτισαν στο διάβα του χρόνου, οι ελπίδες που χάθηκαν παρασυρμένες από το αμείλικτο και αδυσώπητο πέρασμα του χρόνου. Είναι η καταστροφική ""αγάπη"" μας για το περιβάλλον. Το συλλογικό που έγινε ατομικό. Το ποτάμι της ιστορίας μας έχει αιχμαλωτίσει και χωρίς οίκτο μας παρασέρνει σ' ένα αβέβαιο μέλλον. Μα, θα μου πείτε, δεν είναι έτσι τα πράγματα. Εμείς είμαστε σίγουροι για το μέλλον, γιατί είμαστε με τους νικητές. Και οι νικητές είναι αυτοί που γράφουν την ιστορία....
"""Είναι μια αντίστροφη Οδύσσεια. Οι ήρωές μου δεν επιστρέφουν σε καμία Πηνελόπη. Αντίθετα, παλεύουν να αφήσουν τις εστίες και καθετί οικείο πίσω τους. Να βγουν σε ανοιχτό πέλαγος λαχταρούν, να αναμετρηθούν με Κύκλωπες και Λαιστρυγόνες. Να μαγευτούν από την Κίρκη ονειρεύονται και στο τέλος του δρόμου να βρουν την Καλυψώ...""...