Χρησιμοποιούμε cookies για να κάνουμε ακόμα καλύτερη την εμπειρία σας στο site μας και για να διασφαλιστεί η αποτελεσματική λειτουργία της ιστοσελίδα μας. Επιλέγοντας «Αποδοχή» παρέχετε τη συγκατάθεση σας για τη χρήση των cookies, σύμφωνα με την πολιτική μας.
Στο ηλεκτρονικό μας κατάστημα θα βρείτε πλούσια συλλογή σύγχρονης ελληνικής λογοτεχνίας. Ανακαλύψτε όλα τα σύγχρονα ελληνικά μυθιστορήματα και τα συγγραφικά διαμάντια της ελληνικής λογοτεχνίας που πρέπει να διαβάσετε. Εξερευνήστε τον κόσμο των χαρακτήρων, των συναισθημάτων και των απροσδόκητων συναντήσεων μέσα από τα εκπληκτικά μυθιστορήματα. Αναζητήστε τα καλύτερα ελληνικά μυθιστορήματα αγάπης, ταξιδέψτε με την ταξιδιωτική λογοτεχνία και ανατριχιάστε με τη συναρπαστική λογοτεχνία φαντασίας-τρόμου.
Από την Τρίπολη στη Δράμα, κι από τη Λάρισα στη Ρόδο, το επικό οδοιπορικό του Θάνου Αλεξανδρή ζωντανεύει τη νύχτα -μιας άλλης εποχής, που έχει πλέον παρέλθει- και τους πρωταγωνιστές της, την καψούρα και τις υπερβολές της, τις ιεροτελεστίες και τους κινδύνους της... "Αυτή η νύχτα μένει".
Αυτή που σε κρατάει ως τα χαράματα, σε αφήνει ταπί, σε δοκιμάzει με κάθε είδους πειρασμό κι αντιπερισπασμό. Είναι η νύχτα που στενάζει, ονειρεύεται, φαλτσάρει, πλακώνεται, ξοδεύεται στα "μαγαζιά" κάθε επαρχιακής πόλης.....
Στην Ελλάδα των ετών 1917-1920, ο Αλέξανδρος Α΄, Βασιλιάς των Ελλήνων παρά τη θέλησή του, φανατικός αυτοκινητιστής, δεινός σπόρτσμαν και παθιασμένος μηχανολόγος, συνδέεται φιλικά με έναν ιταλοτραφή φουτουριστή ποιητή και επίδοξο κοινωνικό επαναστάτη, που ταλαντεύεται αμήχανα ανάμεσα σε δύο αντιθετικούς τρόπους ύπαρξης: την ειρωνική και την ηρωική στάση ζωής. Η αναπάντεχη αυτή φιλία, που σφυρηλατείται στο περιβάλλον του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, της Οκτωβριανής Επανάστασης και της Εκστρατείας της Ουκρανίας, εκβάλλει σε ανήκουστες περιπέτειες των δύο ηρώων και των συντρόφων τους...
ΟΣΑ ΔΕΝ ΕΙΠΑ
Πραγματικά γεγονότα, tv stars, άνθρωποι του τηλεοπτικού γίγνεσθαι, κοινά μυστικά, ίντριγκες και υπέρμετρη φιλοδοξία!
Ο δρόμος της επιτυχίας δεν είναι στρωμένος σίγουρα από ροδοπέταλα... και αυτό η Ζήνα Κουτσελίνη το γνωρίζει καλά. «ΟΣΑ ΔΕΝ ΕΙΠΑ».
Ο υπότιτλος τα λέει όλα. Οι κρυφοί δαίμονες που κυριεύουν και στοιχειώνουν το χρυσό περιτύλιγμα της κορυφής. Όλα αποκαλύπτονται αβίαστα,
απροκάλυπτα και άπνευστα από το χέρι της συγγραφέας-πλάστη, που δεν είναι άλλη από την μυσταγωγό της τηλεοπτικής πραγματικότητας,
Ζήνα Κουτσελίνη....
«Βαριανασαίνει, σκέφτεται πράγματα θλιβερά κι η αυτοπεποίθησή του βρίσκεται στο μηδέν. Είναι τόσο βαρύ αυτό το συναίσθημα,
που πρέπει κάνει κάτι επειγόντως. Πρέπει να βγει από το τούνελ αμέσως, να κάνει οτιδήποτε για να αισθανθεί καλύτερα, οτιδήποτε,
τα πάντα. Ίσως να πρέπει να πάρει τηλέφωνο τους γονείς του και να κλάψει –η αξιοπρέπεια δεν παίζει ρόλο τώρα– ίσως να πρέπει να δει
έναν φίλο του, ίσως να πρέπει να τηλεφωνήσει ακόμα και σ’ αυτήν? αλλά όχι, αυτό δεν μπορεί να το κάνει με τίποτα, αυτή θα είναι
η απόλυτη παραδοχή της ήττας του, η απόλυτη ξεφτίλα – όχι,...
«Παιδί μου, θα σ’ τα πω όλα. Όσες σελίδες κι αν χρειαστεί να σου γράψω, αποφάσισα πως μέχρι τα μεσάνυχτα θα σ’ τα έχω αποτυπώσει όλα εδώ. Κάνε κουράγιο για να τ’ αντέξεις. Πληρώσατε τα εγκλήματά μας. Εμείς όμως τα πληρώσαμε με τα νιάτα μας. Μη νομίζεις πως γλιτώσαμε. Κι εγώ κι εκείνη μείναμε σ’ έναν γάμο που δεν θέλαμε ή που δεν μας ήθελε. Ίδιο αποτέλεσμα. Ισόπαλες μοίρες».
Το πρώτο φιλί που αντάλλαξαν η Ρεγγίνα και ο Πέτρος έμοιαζε με αντίο. Καταδικασμένοι απ’ την αρχή να πληρώνουν αμαρτίες μητρικές, πάλευαν ν’ αλλάξουν τη μοίρα τους και να ενώσουν τις ζωές τους. Δύ...
Προσωπικά η σχέση μου με τη νοσταλγία μένει σχέση στενή, αλλά και επίφοβη μια και σε κατακρατά στο ανικανοποίητο. Το θετικό είναι ότι επειδή ακριβώς οι νοσταλγίες για τα γεγονότα και κυρίως για τα πρόσωπα που πέρασαν αλλά δεν προσπέρασαν απ΄τη ζωή μου, έχουν μαγεία, μαγεία φωτεινή ή σκοτεινή, με εμπνέουν. Εκ των υστέρων αναδείχνουν τη ζωή περισσότερο ενδιαφέρουσα, ποιητική, θεατρική, ελκυστική, με κρυμμένα νοήματα και σύμβολα, και μ’ αυτό που λέει ο ποιητής,”το παρ΄ολίγο να συμβεί”, πλησίον. Μου θερμαίνουν την ανάγκη να περιγράψω όσα συνέβησαν για να τα ξαναζώ, να τα διαιω...
Ο Νικήτας Δεσποτίδης, πετυχημένος δικηγόρος της Αθήνας, αποφασίζει να γυρίσει ύστερα από πολλά χρόνια στην ιδιαίτερη πατρίδα του, την Αμοργό. Στο πέρασμά του αυτό θα συναντήσει όλες τις παιδικές του μνήμες, τους ανθρώπους, τις εικόνες και τα αρώματα από την πατρίδα του και τα νεανικά του χρόνια. Παράλληλα όμως θα βρεθεί αντιμέτωπος με τη σκέψη και τη νοσταλγία της πρώτης του αγάπης. Είναι όμως μόνο η σκέψη και η νοσταλγία, ή μήπως η πρώτη αυτή αγάπη είναι ζωντανή και παρούσα, έτοιμη να του θυμίσει τα όσα αγνά και πολύτιμα αρνήθηκε για χάρη μιας «πετυχημένης» ζωής και καριέρ...
Χάρη στη διπλή μορφή του μυθιστορήματος, ταξιδιωτικό στυλ και μνημοτεχνική μέθοδος, ο συγγραφέας μπόρεσε να αφήσει τους τρεις ναυαγούς του ελεύθερους να τρέξουν στο άγνωστο νησί, να έρθουν αντιμέτωποι με τη φύση και με τους εαυτούς τους, και να γνωρίσουν τους Αριόι... Όπως ο Μιχάλης, ο Αντώνης και ο Γαβρήλος, έτσι και ο συγγραφέας συνάντησε τυχαία τη χαμένη κάστα της Πολυνησίας, την επίλεκτη ομάδα των θεατρίνων που περιέπλεαν τον Ειρηνικό οργανώνοντας μεγάλα μουσικά και θρησκευτικά γλέντια που κατέληγαν πάντοτε σε ερωτικά όργια. Οι Αριόι εξαφανίστηκαν περί τα μέσα του 19ου ...
«Βγήκαμε ενώ η καταιγίδα μαινόταν ασταμάτητη, και ο πατέρας έπιασε τα χέρια του Αντρέα - φειδωλοί, όπως πάντα, σε φιλιά και συναισθηματικές εξάρσεις οι Μακεδόνες. Αλλά δεν έλεγε να τ' αφήσει. Πιστέψαμε πως θα στριμωχνόμασταν όλοι με κάποιον τρόπο στο ξένο αυτοκίνητο. Ο Αντρέας εξήγησε πως δεν θα ήταν φρόνιμο να παρατήσουμε το δικό μας στη μέση του πουθενά. Κινδυνεύαμε να το βρούμε χωρίς λάστιχα, υαλοκαθαριστήρες -πολλοί οδηγοί τους έβγαζαν το βράδυ για να τους επανατοποθετήσουν το πρωί-, ίσως και χωρίς μηχανή... θα έμενε ο ίδιος να το φυλάει και θα μας οδηγούσε ο φίλος του ...