Χρησιμοποιούμε cookies για να κάνουμε ακόμα καλύτερη την εμπειρία σας στο site μας και για να διασφαλιστεί η αποτελεσματική λειτουργία της ιστοσελίδα μας. Επιλέγοντας «Αποδοχή» παρέχετε τη συγκατάθεση σας για τη χρήση των cookies, σύμφωνα με την πολιτική μας.
Καλοκαίρι. Μια παρέα εφήβων ετοιμάζεται για τις εισαγωγικές εξετάσεις στο Πανεπιστήμιο. Φροντιστήριο, καβγάδες με τους γονείς, ραντεβού με τη Μάρω και την Κάτια, ο ερασιτεχνικός σταθμός στην ταράτσα του Δημήτρη του ’94, μπάνια στη θάλασσα, θερινά σινεμά και λίγο διάβασμα. Μετά τις εξετάσεις, σαν σε παλιό χορό, τα ζευγάρια θα χωρίσουν, για να σμίξουν ξανά σε νέους συνδυασμούς, και η παρέα θα διαλυθεί πριν προλάβουν οι φιλίες να ξεφτίσουν. Οι ήρωες πληρώνουν τα διόδια του τέλους της εφηβείας τους. Και το ταξίδι συνεχίζεται…
Έργα και ημέρες μιας παρέας υποψηφίων για το Πανε...
ΣΤΑ ΚΑΛΥΤΕΡΑ ΒΙΒΛΙΑ ΤΟΥ 2022 ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟΥΣ NEW YORK TIMES
Η Φλόρενς Ντέι βγάζει το ψωμί της γράφοντας ρομάντζα για λογαριασμό μιας διάσημης υπερήλικης συγγραφέως ιστοριών αγάπης. Μόνο που δεν πιστεύει πια σε αγάπες κι έρωτες. Μετά τον τελευταίο της χωρισμό, ο ρομαντισμός έχει πλέον πεθάνει γ’ αυτήν. Και δεν είναι μόνο η ερωτική της ζωή νεκρή, αλλά και η καριέρα της που παίρνει επίσης την κάτω βόλτα, καθώς ο νέος επιμελητής της, ο οποίος είναι αδιανόητα ωραίος, δεν της δίνει παράταση για να παραδώσει το νέο βιβλίο.
Τα πράγματα χειροτερεύουν για τη Φλόρενς όταν δέχεται ένα...
«Σε θέλω δικό μου. Δεν αντέχω πια να σε μοιράζομαι. Προτιμώ να μη σε έχω καθόλου αν δεν ανήκεις μόνο σε εμένα».
Ο τόνος ήταν απολογητικός, η φράση απλή και χιλιοειπωμένη. Όμως καμία δεν είχε τολμήσει να του το πει μέχρι εκείνη τη στιγμή. Αλλά του το είπε. Εκείνη. Το κορίτσι με το σαλιγκάρι.
Έφτασε στο αεροδρόμιο του Ελληνικού από το Λονδίνο στις 26 Μαρτίου του 1969. Έφτασε κρατώντας στη χούφτα της ένα μικρό, πληγωμένο σαλιγκάρι. Και από εκεί, πάντα με το μικρό σαλιγκάρι προστατευμένο στην κλειστή παλάμη της, πήγε στα Μάταλα. Εκεί όπου της είχαν υποσχεθεί ότι βρισκόταν ο πα...
Όπως το πλοίο γέρνει όλο και περισσότερο, σπάνε και οι τελευταίες πόρτες και τα παράθυρα του σαλονιού, και η θάλασσα μπαίνει
με τεράστια ορμή στο εσωτερικό. Παρασύρει με μεγάλη σφοδρότητα στο πέρασμά της ό,τι συναντάει.
Όχι μόνο καθίσματα και έπιπλα, αλλά και ανθρώπους! Ανθρώπους που παλεύουν με όσο κουράγιο έχουν. Μερικοί απ’ αυτούς έχουν δύναμη
αρκετή, μα δεν μπορούν να τα βάλουν με την ίδια την Κόλαση.
Βλέπω κάποιους να προσπαθούν να γαντζωθούν από το πάτωμα, άλλους να πιάνουν κάτι σταθερό και να προσπαθούν να σκαρφαλώσουν
μέχρι την έξοδο αυτού του πηγαδι...
Δε μπορώ, όχι, δε μπορώ να την υποφέρω πια!… Τι πληγή είν’ αυτή που μου ’στειλες, θε μου; Τι αμαρτίες έχω κάνει για να με τιμωρείς τόσο σκληρά; Ως πότε θα την έχω στην καμπούρα μου; Ως πότε θα ’μαι υποχρεωμένη να την ανέχομαι, να βλέπω τη μούρη της, ν’ ακούω τη φωνή της, ως πότε; Δε θα βρεθεί επιτέλους κανένας στραβός χριστιανός να την πάρει, ν’ απαλλαγώ απ’ αυτό το έκτρωμα της φύσεως, που μ’ άφησε ο πατέρας της για να μ’ εκδικηθεί – που χαΐρι και προκοπή να μη δουν εκείνοι που δε μ’ άφησαν να κάνω την έκτρωση!…...
1941. Η Ελλάδα βογκά κάτω από τη σκληρή γερμανική Κατοχή, μαζί κι οι κάτοικοι ενός μικρού νησιού του Αιγαίου: η Λήδα, μια νεαρή χήρα, εξοβελισμένη με την κόρη της από την τοπική κοινωνία? ο Παππούς, ο ηλικιωμένος που την έχει πάρει υπό την προστασία του? ο χειροδύναμος Μάρκος, που δε δειλιάζει μπροστά στον κίνδυνο, αλλά διστάζει μπροστά στις λέξεις? ο δήμαρχος, ο γιατρός, ο δικηγόρος του νησιού κι άλλοι σημαίνοντες πολίτες του. Κάποια στιγμή στη μικρή νησιωτική κοινωνία θα ενταχθούν η Αθηναία Ρίτα με τον έφηβο γιο της, στο σπίτι της οποίας σύντομα θα εγκατασταθεί και ο λοχ...
Ένας άντρας αυτοεξορίζεται σε ένα μακρινό νησί ύστερα από έναν δύσκολο ερωτικό χωρισμό. Θα παλέψει ανάμεσα στην αγάπη και στο μίσος που συνιστούν τον έρωτα, μήπως λυτρωθεί από τον πόνο και τη σύγχυση. Θα γράψει αυτές τις δεκαοχτώ, ανεπίδοτες εντέλει, επιστολές προς τη γυναίκα που έχασε, σαν ημερολόγια της εσωτερικής ζωής του.
Θα της λέει:
«Το πάθος είναι πιο σπουδαίο απ’ το θαύμα», σου διάβαζα από ένα παλιό βιβλίο κάποτε, την ώρα που εσύ έβγαζες τα φρύδια σου μπροστά σ’ ένα μεγεθυντικό καθρεφτάκι.
Δεν είναι εκμηδένιση η ταπείνωση. Η εκμηδένιση σε κατεβάζει στο τίποτα ενώ η ...
"Τσακωνόμουν ωραία και καλά ένα κυριακάτικο βράδυ με τον αδερφό μου και όταν, επιτέλους, έπεσα για ύπνο μουτρωμένη, ανακάλυψα πως κάποιος σουλατσάριζε στο δωμάτιό μας, η πόρτα δεν άνοιγε, το φως δεν άναβε και ένα άγνωστο αγόρι μάς ανακοίνωσε στα σκοτεινά πως ήρθε για να γίνουμε αδέρφια και να μας πάρει μαζί του σε μυστικές πολιτείες! Εμένα και το βάσανό μου. Τον αδερφό μου τον Ηλία....