Χρησιμοποιούμε cookies για να κάνουμε ακόμα καλύτερη την εμπειρία σας στο site μας και για να διασφαλιστεί η αποτελεσματική λειτουργία της ιστοσελίδα μας. Επιλέγοντας «Αποδοχή» παρέχετε τη συγκατάθεση σας για τη χρήση των cookies, σύμφωνα με την πολιτική μας.
Μια συλλογή διηγημάτων-μαρτυριών για τον Εμφύλιο, τη Μακρόνησο, τις εξορίες.
Ένας φόρος τιμής για εκείνους που πάλεψαν για τη μεγάλη μέρα της Ανάστασης, προσμένοντας να φανεί της Λευτεριάς το πρώτο χελιδόνι, ώστε να βγουν οι άνθρωποι στις αυλές ν' απαντήσουν τον ήλιο. Να βγουν οι άνθρωποι στης δουλειάς το μέγα πανηγύρι, η εργατιά στις φάμπρικες, στον κάμπο οι ζευγολάτες να δρέψουν το χρυσό καρπό, τ' αμπέλια να τρυγήσουν. Και μετά όλοι να στρωθούν στους ίσκιους, στα πλατάνια, να πιουν νερό να δροσιστούν, λίγο να ξαποστάσουν, να φάνε το γλυκό ψωμί και της εληάς το λάδι, να...
"Στην πολιτικά ταραγμένη Ελλάδα του 2035, ο αρχηγός ενός μεγάλου κόμματος χάνει υπό μυστηριώδεις συνθήκες τη γυναίκα του. Στην οικογένεια ενός αυστηρού δικαστή τα μέλη της αποδεκατίζονται σταδιακά από αόρατα, δολοφονικά χέρια, και μάλιστα μέσα σε κλειδωμένα δωμάτια. Τέλος, δύο άντρες και μία γυναίκα χάνουν τον μικρότερο αδελφό τους σε υποτιθέμενη αυτοκτονία......
Οι γονείς είναι μια ιστορία χωρίς αρχή, έχουν μια ζωή πριν από εμάς και όταν φεύγουν γίνονται μυστήριο, σχεδόν άγνωστοι. Με την απουσία τους συνειδητοποιούμε ό,τι μας έχει διαφύγει, τους πενθούμε με τις απορίες μας, με τα αναπάντητα ερωτήματά μας, με μια τρυφερότητα που μόνο με την αποχώρησή τους γίνεται τόσο απόλυτη. Σαν τον Ορφέα, θέλουμε να τους φέρουμε πίσω, αρχίζουμε μαζί τους μια κατάβαση στον Άδη και βυθιζόμαστε για καιρό ευπρόσβλητοι και εκτεθειμένοι......
Ο Μάριος από εδώ και πέρα δε λογάριαζε πια, αν κόντευαν να τον εγκαταλείψουν οι δυνάμεις του. Άρχισε να επιταχύνει τον βηματισμό του. Το βλέμμα του το είχε μονίμως καρφωμένο εκεί μακριά, στο πλεούμενο. Με αγωνία προσπαθούσε να εντοπίσει τη σιλουέτα του ευεργέτη του για να ανασάνει. Όταν λαχάνιαζε από την πολλή προσπάθεια που κατέβαλλε, κατά τη διάρκεια της πορείας του, κοντοστεκόταν και καθόταν πάνω στην άμμο ή πάνω στα βότσαλα, να ξαποστάσει. Μετά σηκωνόταν με μιας και έβρεχε το ξαναμμένο του πρόσωπο με θαλασσινό νερό για να δροσιστεί. Και ύστερα πάλι ορμούσε προς τα μπρος...
"Οι κουρέλες είναι τα ταξίδια που δεν κάναμε, τα πρόσωπα και τα όνειρα που ξέφτισαν στο διάβα του χρόνου, οι ελπίδες που χάθηκαν παρασυρμένες από το αμείλικτο και αδυσώπητο πέρασμα του χρόνου. Είναι η καταστροφική ""αγάπη"" μας για το περιβάλλον. Το συλλογικό που έγινε ατομικό. Το ποτάμι της ιστορίας μας έχει αιχμαλωτίσει και χωρίς οίκτο μας παρασέρνει σ' ένα αβέβαιο μέλλον. Μα, θα μου πείτε, δεν είναι έτσι τα πράγματα. Εμείς είμαστε σίγουροι για το μέλλον, γιατί είμαστε με τους νικητές. Και οι νικητές είναι αυτοί που γράφουν την ιστορία....
Αυτός που τώρα οδεύει μόνος
προς τη δύση του βίου του,
και όλο φεύγει και απομακρύνεται
ώσπου να γίνει μικρή σκιά
και να χαθεί στο βάθος του ορίζοντα,
αυτός μπορεί πια να σου ομολογήσει
πως τα τιμαλφή μιας ζωής
είναι οι έρωτες
...