Χρησιμοποιούμε cookies για να κάνουμε ακόμα καλύτερη την εμπειρία σας στο site μας και για να διασφαλιστεί η αποτελεσματική λειτουργία της ιστοσελίδα μας. Επιλέγοντας «Αποδοχή» παρέχετε τη συγκατάθεση σας για τη χρήση των cookies, σύμφωνα με την πολιτική μας.
Οι «Ναυαγοί χωρίς Σωσίβιο» επιχειρούν μια ανατομία, σε πολλαπλά επίπεδα, της σύγχρονης ελληνικής πραγματικότητας, όπως αυτή αποτυπώθηκε στην πρόσφατη οικονομική κρίση και μάλιστα στο κορύφωμά της. Επομένως, το έργο, παρά τον συμβολισμό των ονομάτων, πατάει στον κοινωνικό ρεαλισμό -τον βαθύτερο όμως και αποκαλυπτικό, όχι στην περιγραφική, επιφανειακή, νατουραλιστική εκδοχή του. Το ονόμασα δε «μυθοδοκίμιο», διότι συζευγνύει τον θεωρητικό-δοκιμιακό λόγο με το μυθικό-λογοτεχνικό στοιχείο....
Θαλασσινό μεθύσι ήταν εκείνος ο χορός στην αγκαλιά του Τζώρτζη. Φωτιές πετούσαν τα μάτια τους. Σκίρτησαν οι καρδιές στην παγωνιά της νύχτας. Έρωτας και πάθος τύλιξε τα κορμιά. Ταξίδι μακρινό ήταν το όνειρο. αλήθεια και μυστικό η σιωπή της Σεβαστιανής όλα αυτά τα χρόνια... Η σφαίρα ούτε που ακούστηκε μέσα στην καταιγίδα. Το βαθύ άλικο δεν φάνηκε στην πλάτη του άντρα που έπαιζε με μανία το βιολί. Το ξέπλυνε το κύμα και η βροχή, το πήρε πέρα ο αέρας. Τα μάτια δεν πρόλαβαν να δουν πώς και πού χάθηκε εκείνος. Το κύμα βγήκε θεριό στην παραλία. Κόκκινη έγινε η θάλασσα στα πόδια τη...
Ανατολή το όνομά μου, γεμάτο ζωή και φως. Μαλλιά σαν ηλιαχτίδες, μάτια τρομαγμένα κοιτάζουν το χθες. Φόβοι σαλεύουν το μυαλό. Κουκούλι τυλιγμένο το εγώ μου, κρύβεται στα έγκατα της ψυχής μου. Μοίρα μέσα από θάνατο και γέννα. Αγάπες και λάθη που εκδικούνται. Ντυμένη φλόγα και μετάξι παίρνω τη δερμάτινη βαρκούλα και ταξιδεύω ως τη Θράκη. Στο παλιό αρχοντικό περιμένουν η Ευδοκία, η Σμαρώ και η Σουλτάνα. Δύσκολο το αντάμωμα, μεταξοσκώληκες ανάμεσά μας... Αργά αργά τυλίγουν στο νήμα τους ιστορίες, σκάνδαλα, μίση και προσδοκίες. Αράζω τη βαρκούλα στην αγκαλιά του Ρήγα. Κάνει ζωγρ...
"Η Μιχριμπάν έτρεξε προς την προκυμαία. Κοίταζε μια το λιμάνι και μια το πλήθος των δυστυχισμένων που πηδούσαν μες στις βάρκες και στη θάλασσα για να σωθούν, όταν ένας βαρκάρης την τράβηξε από το χέρι. Πίσω η Σμύρνη καιγόταν κι ένας μαύρος καπνός σκοτείνιαζε τον ουρανό. Ίσως αυτές ήταν οι τελευταίες εικόνες που είδε λίγο πριν χάσει τις αισθήσεις της και με αυτές βυθιζόταν......
Πώς θα ένιωθες αν ξυπνούσες στο απόλυτο σκοτάδι; Εκεί, όπου κρύβονται οι χειρότεροι φόβοι σου; Η Ναντίν έχει από μικρή το χάρισμα να κλείνει τα μάτια και να ταξιδεύει με την ψυχή της στον αστρικό κόσμο. Μέχρις ότου, αυτό που ως τώρα τη βοηθούσε να ξεφεύγει από τις δυσκολίες μετατράπηκε σε κίνδυνο για την ίδια της την ύπαρξη. Στο τελευταίο της ταξίδι δεν επιστρέφει στο σώμα της, αλλά ξυπνά σε ένα μέρος ζοφερό, όπου το Σκότος κυριαρχεί και κρύβει πλάσματα βγαλμένα από τους πιο τρομακτικούς εφιάλτες. Όμως, εκεί δεν είναι μόνη. Για πρώτη φορά στη ζωή της βρίσκεται μαζί με άλλου...
O γέρο Μανωλάκης είχε περάσει μικρός χτικιό κι η φωνή του στη δίνη των χρόνων είχε εξασθενήσει. Τα λόγια του έβγαιναν από το πανωλαίμι του αδύναμα, τάπαιρνε ο αγέρας και τα σκόρπιζε πριν ακουστούν. Ρώταγε τον παραγιό του που τον βόηθαγε στ' όργωμα: ''Τι χαμπάγια Λεφτεάκη;'' Καλά καλά δεν πρόφερε ούτε το ρο κι η άρθρωσή του ήταν χαλαρή, αδύνατο ο Λεφτέρης να καταλάβει τα λόγια του γέρου. Αφουγκραζόταν μόνο ένα ξερό σφύριγμα όμοιο οχιάς πριν ριχτεί στο θύμα. Από διαίσθηση ρίσκαρε ένα ''καλά είμαι μπάρμπα''. Τότε ο γέρο Μανωλάκης χαμογελούσε διάπλατα κι ύστερα ξερόβηχε βάνοντα...