Χρησιμοποιούμε cookies για να κάνουμε ακόμα καλύτερη την εμπειρία σας στο site μας και για να διασφαλιστεί η αποτελεσματική λειτουργία της ιστοσελίδα μας. Επιλέγοντας «Αποδοχή» παρέχετε τη συγκατάθεση σας για τη χρήση των cookies, σύμφωνα με την πολιτική μας.
Αρχές της δεκαετίας του 1950, σ’ ένα χωριό της Απάνω Ρίζας, ένα νεαρό αγόρι ανακαλύπτει, στην κηδεία κάποιου συγγενή του, πως έχει την ικανότητα να ακούει τις σκέψεις των νεκρών. Κανείς δεν τον πιστεύει αρχικά, όταν όμως αποδεικνύει δημόσια το αληθές των ισχυρισμών του, ένας θείος του, συνειδητοποιώντας τις δυνατότητες οικονομικής εκμετάλλευσης που ανοίγονται μπροστά τους, τον πείθει να φύγουν απ’ το χωριό και ν’ αρχίσουν να περιοδεύουν στα χωριά του κάμπου φτάνοντας ως πέρα, στα ριζά των Λασιθιώτικων βουνών κι έπειτα στη Χώρα, προσφέροντας τις υπηρεσίες τους σαν «διερμηνεί...
Δώδεκα πραγματικές ιστορίες ψυχοθεραπείας από την οπτική γωνία του ψυχοθεραπευόμενου. Τρεις άντρες και έξι γυναίκες από 35 έως 75 ετών καταθέτουν την εμπειρία τους στη συγγραφέα, οποία τους υποδύεται και αφηγείται τα πάθη τους σε α΄ ενικό πρόσωπο. Τρεις απ’ τις δώδεκα ιστορίες είναι οι δικές της. Απελπισία και ελπίδα, οδύνη και χιούμορ, μπλέκονται και πλέκουν το ανθρώπινο αδιέξοδο. Ψυχαναλυτική, λακανική, ραϊχική, συμπεριφορική, γνωσιακή, συστημική ψυχοθεραπεία και γκεστάλτ, διαφορετικές σχολές και κοινοί τόποι. Μια απόπειρα να ειπωθεί η ψυχοθεραπευτική εμπειρία από την άλλ...
Γαλλία, 1570
Σ' ένα δάσος λουσμένο στο φως του φεγγαριού, ένα κορίτσι με μακριά μαύρα μαλλιά και έντονα πράσινα μάτια τρέχει πανικόβλητο. Πίσω της, άντρες με πυρσούς και μανιασμένους σκύλους την κυνηγούν. Την πλησιάζουν. Την περικυκλώνουν. Οι σκύλοι αλυχτούν δείχνοντας τα δόντια τους. Ορθάνοιχτα στόματα που ουρλιάζουν με λύσσα...
Ελλάδα, σήμερα
Η Χριστίνα πετάγεται κάθε βράδυ λουσμένη στον ιδρώτα από τους εφιάλτες. Κάποιοι την κυνηγούν και κάθε φορά ξυπνάει ακριβώς τη στιγμή που την πιάνουν. Πάντα στα όνειρά της κυριαρχούν δύο εφιαλτικά μαύρα μάτια.
Με τρόμο ανακαλύ...
Στην αρχή, ο Κάρολος πηγαίνει στην τρίτη δημοτικού, η Λίλη στην πρώτη· ο μπαμπάς τους δουλεύει στη σωληνουργία· είναι ο καλύτερος μπαμπάς που μπορεί να έχει κανείς· δεν παραπονιέται ποτέ για τα βάσανά του. Βάσανα έχει· βλέπει όμως πάντα την ηλιόλουστη πλευρά του δρόμου. Η μαμά τους είναι όμορφη (παρά το στραβό εκείνο δόντι), αλλά πίνει πολύ· ουίσκι, καμιά φορά τζιν· ακόμα, κάνει βόλτες στα μαγαζιά, μιλάει (ψιθυριστά) στο τηλέφωνο και νοσταλγεί την Αφρική, όπου ζούσε κάποτε μαζί με τον παππού και τη γιαγιά, τα σκυλιά τους και τα άλογά τους. Ο μπαμπάς αγαπάει τρελά τη μαμά, η...
Δύο γυναίκες.
Η Ελληνίδα. Μεγάλη σε ηλικία, ανήμπορη να αυτοεξυπηρετηθεί, αμίλητη και κλεισμένη στον εαυτό της, και, το κυριότερο, με Αλτσχάιμερ. Δεν θυμάται τίποτε πια. Έχει ξεχάσει ποια ήταν, τι έζησε, ποιον και πόσο αγάπησε. Κι αν τη δονούν ακόμη κάποιες εκλάμψεις, σύντομα θα πάψουν κι αυτές…
Η Αλβανίδα. Μεσόκοπη, πληγωμένη, προδομένη, αλλά δυνατή και αισιόδοξη ταυτόχρονα, με χιούμορ, με πίστη στη ζωή, με αγάπη για όλο τον κόσμο και κυρίως γι’ αυτήν εδώ τη γυναίκα που τη φροντίζει και της βουρτσίζει κάθε μέρα τα μαλλιά. Και ομιλητική: δεν σταματά να μιλά, και να ...