Χρησιμοποιούμε cookies για να κάνουμε ακόμα καλύτερη την εμπειρία σας στο site μας και για να διασφαλιστεί η αποτελεσματική λειτουργία της ιστοσελίδα μας. Επιλέγοντας «Αποδοχή» παρέχετε τη συγκατάθεση σας για τη χρήση των cookies, σύμφωνα με την πολιτική μας.
Γαλλία, 1570
Σ' ένα δάσος λουσμένο στο φως του φεγγαριού, ένα κορίτσι με μακριά μαύρα μαλλιά και έντονα πράσινα μάτια τρέχει πανικόβλητο. Πίσω της, άντρες με πυρσούς και μανιασμένους σκύλους την κυνηγούν. Την πλησιάζουν. Την περικυκλώνουν. Οι σκύλοι αλυχτούν δείχνοντας τα δόντια τους. Ορθάνοιχτα στόματα που ουρλιάζουν με λύσσα...
Ελλάδα, σήμερα
Η Χριστίνα πετάγεται κάθε βράδυ λουσμένη στον ιδρώτα από τους εφιάλτες. Κάποιοι την κυνηγούν και κάθε φορά ξυπνάει ακριβώς τη στιγμή που την πιάνουν. Πάντα στα όνειρά της κυριαρχούν δύο εφιαλτικά μαύρα μάτια.
Με τρόμο ανακαλύ...
O γέρο Μανωλάκης είχε περάσει μικρός χτικιό κι η φωνή του στη δίνη των χρόνων είχε εξασθενήσει. Τα λόγια του έβγαιναν από το πανωλαίμι του αδύναμα, τάπαιρνε ο αγέρας και τα σκόρπιζε πριν ακουστούν. Ρώταγε τον παραγιό του που τον βόηθαγε στ' όργωμα: ''Τι χαμπάγια Λεφτεάκη;'' Καλά καλά δεν πρόφερε ούτε το ρο κι η άρθρωσή του ήταν χαλαρή, αδύνατο ο Λεφτέρης να καταλάβει τα λόγια του γέρου. Αφουγκραζόταν μόνο ένα ξερό σφύριγμα όμοιο οχιάς πριν ριχτεί στο θύμα. Από διαίσθηση ρίσκαρε ένα ''καλά είμαι μπάρμπα''. Τότε ο γέρο Μανωλάκης χαμογελούσε διάπλατα κι ύστερα ξερόβηχε βάνοντα...
Οι γονείς είναι μια ιστορία χωρίς αρχή, έχουν μια ζωή πριν από εμάς και όταν φεύγουν γίνονται μυστήριο, σχεδόν άγνωστοι. Με την απουσία τους συνειδητοποιούμε ό,τι μας έχει διαφύγει, τους πενθούμε με τις απορίες μας, με τα αναπάντητα ερωτήματά μας, με μια τρυφερότητα που μόνο με την αποχώρησή τους γίνεται τόσο απόλυτη. Σαν τον Ορφέα, θέλουμε να τους φέρουμε πίσω, αρχίζουμε μαζί τους μια κατάβαση στον Άδη και βυθιζόμαστε για καιρό ευπρόσβλητοι και εκτεθειμένοι......
Ο Μάριος από εδώ και πέρα δε λογάριαζε πια, αν κόντευαν να τον εγκαταλείψουν οι δυνάμεις του. Άρχισε να επιταχύνει τον βηματισμό του. Το βλέμμα του το είχε μονίμως καρφωμένο εκεί μακριά, στο πλεούμενο. Με αγωνία προσπαθούσε να εντοπίσει τη σιλουέτα του ευεργέτη του για να ανασάνει. Όταν λαχάνιαζε από την πολλή προσπάθεια που κατέβαλλε, κατά τη διάρκεια της πορείας του, κοντοστεκόταν και καθόταν πάνω στην άμμο ή πάνω στα βότσαλα, να ξαποστάσει. Μετά σηκωνόταν με μιας και έβρεχε το ξαναμμένο του πρόσωπο με θαλασσινό νερό για να δροσιστεί. Και ύστερα πάλι ορμούσε προς τα μπρος...
"Ένα αυτοκινητικό ατύχηµα αφήνει σε κώµα τη Νεφέλη. Όλα κρέµονται από µια κλωστή. Ο Θάνος, ο µόνος άνθρωπος που έµεινε στη ζωή της µετά από µια πολύ σκληρή και επίπονη περίοδο, βρίσκεται σε δίληµµα, ενώ καλείται να αποφασίσει για εκείνη......
Δύο γυναίκες.
Η Ελληνίδα. Μεγάλη σε ηλικία, ανήμπορη να αυτοεξυπηρετηθεί, αμίλητη και κλεισμένη στον εαυτό της, και, το κυριότερο, με Αλτσχάιμερ. Δεν θυμάται τίποτε πια. Έχει ξεχάσει ποια ήταν, τι έζησε, ποιον και πόσο αγάπησε. Κι αν τη δονούν ακόμη κάποιες εκλάμψεις, σύντομα θα πάψουν κι αυτές…
Η Αλβανίδα. Μεσόκοπη, πληγωμένη, προδομένη, αλλά δυνατή και αισιόδοξη ταυτόχρονα, με χιούμορ, με πίστη στη ζωή, με αγάπη για όλο τον κόσμο και κυρίως γι’ αυτήν εδώ τη γυναίκα που τη φροντίζει και της βουρτσίζει κάθε μέρα τα μαλλιά. Και ομιλητική: δεν σταματά να μιλά, και να ...
"Οι κουρέλες είναι τα ταξίδια που δεν κάναμε, τα πρόσωπα και τα όνειρα που ξέφτισαν στο διάβα του χρόνου, οι ελπίδες που χάθηκαν παρασυρμένες από το αμείλικτο και αδυσώπητο πέρασμα του χρόνου. Είναι η καταστροφική ""αγάπη"" μας για το περιβάλλον. Το συλλογικό που έγινε ατομικό. Το ποτάμι της ιστορίας μας έχει αιχμαλωτίσει και χωρίς οίκτο μας παρασέρνει σ' ένα αβέβαιο μέλλον. Μα, θα μου πείτε, δεν είναι έτσι τα πράγματα. Εμείς είμαστε σίγουροι για το μέλλον, γιατί είμαστε με τους νικητές. Και οι νικητές είναι αυτοί που γράφουν την ιστορία....
Η Στέλλα Άνταμς επιστρέφει: μέσα σε μια... Πύρινη Κόλαση
Πιο σκληρή, πιο σκοτεινή, πιο ανατρεπτική –η δεύτερη περιπέτεια της Στέλλας Άνταμς είναι ένα συναρπαστικό αστυνομικό θρίλερ που
διαβάζεται με κομμένη την ανάσα....
Σε αυτή τη χρονική στιγμή συνέλαβα την ιδέα της παρακολούθησης. Ναι, όπως το ακούτε! Σκέφτηκα να παρακολουθώ τον Μαρσέλ, τις ώρες που περνούσαμε χώρια. Κάτι τόσο χυδαίο και ποταπό, κάτι που στην προηγούμενη ζωή μου θα μου προκαλούσε αηδία, το έκανα εδώ! Προσποιήθηκα ότι φεύγω για τα -συνηθισμένα μου πια- πετάγματα, αλλά ξαναγύρισα και κρύφτηκα πίσω από κάτι που έμοιαζε με δέντρο. Είδα, λοιπόν, τον Μαρσέλ να παίρνει έναν δρόμο σκυφτός και κουρασμένος. Τα φτερά του ήταν διπλωμένα στην πλάτη του και ούτε μια στιγμή δεν σκέφτηκε να τα ανοίξει. Όχι μόνο περπατούσε, αλλά κάποιες ...